- ανακτομισθία
- ηβασιλική χορηγία.[ΕΤΥΜΟΛ. < άναξ -κτος + -μισθία < μισθός].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
άναξ — (anax). Επιστημονική ονομασία γένους οδοντογνάθων εντόμων της οικογένειας των λιβελλιδών. Τα έντομα αυτά βρίσκονται σε όλους τους τόπους όπου υπάρχουν στάσιμα γλυκά νερά. Γνωστά είναι γύρω στα δώδεκα είδη, από τα οποία τα τρία ζουν στην Ευρώπη.… … Dictionary of Greek